6 Διαλέξεις για τον ΔΣΕ

4. Πλευρές από την δράση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας


Οι Υγειονομικές Υπηρεσίες του ΔΣΕ

Αναντικατάστατη υπήρξε στον αγώνα του ΔΣΕ η συμβολή της Υγειονομικής Υπηρεσίας του. Στην αρχή της οργάνωσής της στερούνταν γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό, καθώς και τα πιο στοιχειώδη μέσα. Χρησιμοποιούνταν πανιά και πουκάμισα για γάζες, ενώ για βαμβάκι αυτό που έβγαζε ο λαός των χωριών απ’ τα μαξιλάρια και τα παπλώματά του.

Με την ακούραστη προσπάθεια μαχητών και υποστηρικτών του ΔΣΕ χτίστηκαν νοσοκομεία, το μεγαλύτερο στην Άσπρη Πέτρα του Γράμμου, καθώς και στην περιοχή των Πρεσπών, στον Ταΰγετο, στο Βίτσι, στα Ψιανά, στο Ζαγόρι, στη Σπινάσα και σε πολλές ακόμα περιοχές. Χτίστηκαν θάλαμοι ακόμα και με κορμούς δέντρων.

Παράλληλα, αντιμετωπίστηκε, όσο αυτό ήταν δυνατό, η έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού, με την οργάνωση Σχολών. Από τη Σχολή Μεσαίων Υγειονομικών Στελεχών του ΔΣΕ αποφοίτησαν συνολικά 152 και ονομάστηκαν Ανθυπολοχαγοί της Υγειονομικής Υπηρεσίας. Αργότερα, ακολούθησε νέα σειρά με άλλους 75. Από τη Σχολή Νοσοκόμων αποφοίτησαν πάνω από 300 άντρες και γυναίκες.

Στην οργάνωση και λειτουργία της Υγειονομικής Υπηρεσίας του ΔΣΕ είχαν αποφασιστική συμβολή οι γιατροί και ορισμένοι φοιτητές Ιατρικής. Ανάμεσά τους ο καθηγητής της Ιατρικής Πέτρος Κόκκαλης, οι γιατροί Γιώργος Τζαμαλούκας, Νώντας Σακελλαρίου, Νίκος Κοκουλιός ή Παλιούρας (χρονικά ο πρώτος γιατρός στον ΔΣΕ), Γιώργος Νεδέλκος, Τάκης Σκύφτης, Βασίλης Δαδαλιάρης, Αυγή Κτενά, Καίτη Νικολέττου – Γκιζέλη, Καίτη Ποτήρη, Βασιλική Κριτσίκη, η φοιτήτρια Πάτρα Μονά ή Σπέγγου. Συνέβαλαν, επίσης, εθελοντές γιατροί από άλλες χώρες, όπως ο Ούγγρος γιατρός Τιμπόρ, αλλά και γιατροί του αστικού στρατού που προσχώρησαν στον ΔΣΕ, όπως ο Παναγιώτης Πετρόπουλος.

Οι λιγοστοί γιατροί, με τη βοήθεια του υγειονομικού και άλλου προσωπικού, παρά τις τρομακτικές ελλείψεις, την πλήρη απουσία των κατάλληλων συνθηκών που απαιτούσε το έργο τους, επιτέλεσαν άθλους, διεξάγοντας μια συνεχή πάλη ενάντια στο θάνατο. Κατάφεραν να περιθάλψουν και να σώσουν τη ζωή χιλιάδων μαχητών και μαχητριών του ΔΣΕ. Μόνο στο χώρο Γράμμου – Βίτσι περιέθαλψαν συνολικά περί τους 12.000 μαχητές και μαχήτριες.

Όσα κατόρθωσαν οι γιατροί και οι υγειονομικοί του ΔΣΕ πήγαζαν απ’ την πίστη στο δίκιο του αγώνα του. Πολλοί θυσιάστηκαν, ιδιαίτερα από τους τραυματιοφορείς, που μεγάλος αριθμός τους ήταν γυναίκες, αλλά και γιατροί.

Να πώς περιγράφει την κατάσταση ο Ν. Σακελλαρίου:

«Ο γιατρός στο αντάρτικο αντιμετωπίζει και τις πιο στοιχειώδεις ελλείψεις. Στερείται τα πάντα. Έχειν μονάχα ένα στηθοσκόπιο. Δεν έχει τη δυνατότητα να προμηθευτεί, να συμπληρώσει καμιά έλλειψή του. Έχει μονάχα τον βουνίσιο αέρα, την ελευθερία και τον ψυχωμένο αντάρτη, που στέκει ατάραχος, τα υποφέρει όλα και με τη συμπεριφορά του δίνει κουράγιο στο γιατρό και τον βοηθά να τραβά μπροστά (…). Είναι πολύ για ένα γιατρό να βρίσκεται μπροστά σ’ έναν τραυματία, που το μάτι του ζητά βοήθεια και μια γάζα, για να τον επιδέσεις – και συ να κάθεσαι, να τον βλέπεις, χωρίς να μπορείς να του προσφέρεις καμιά βοήθεια, να γυρίζεις πίσω σου να δεις κανένα κομμάτι πανί ή πουκάμισο να το σχίσεις και να το χρησιμοποιήσεις για γάζα. Τέτοιες στιγμές στο αντάρτικο ήταν κάθε μέρα».

 

Ανάλογη και η μαρτυρία του Γ. Τζαμαλούκα:

«Ρώτησα το συνάδελφο Σακελλαρίου για τη θεραπεία των τραυματιών και των αρρώστων – δηλαδή τι μέσα και τι φάρμακα χρησιμοποιούν. Μου απάντησε με φανερή λύπη ότι για την ώρα τα φάρμακα, που είχαμε στη διάθεσή μας, ήταν ελάχιστα. Με δυσκολία βγάζαμε πότε – πότε από τις πόλεις. Κύριος εφοδιαστής μας και στα φάρμακα, όπως και στα όπλα, και στα πυρομαχικά, ήταν ο αντίπαλος, που στις διάφορες συγκρούσεις και μάχες μαζί του τα άφηνε όλα και το ‘βαζε στα πόδια. Την ημέρα αυτή άρχιζα να σχηματίζω μια καθαρή και συγκεκριμένη εικόνα για τις δυσκολίες του αντάρτικου. Άφησα για την ώρα στην άκρη τη χειρουργική και άρχισα να ασκώ γενική ιατρική. Έκανα καθημερινή “ψυχολογική” θεραπεία στους τραυματίες και άρρωστους αντάρτες. Άνοιγα μαζί τους συζήτηση πάνω σε πολιτικά θέματα, τους έκανα διάφορες ομιλίες για ιατρικά ζητήματα, τους μιλούσα για την αρρώστια τους και τα τραύματά τους και με ελάχιστα φάρμακα και τη βοήθεια του οργανισμού, σιγά – σιγά, οι άρρωστοι και οι τραυματίες θεραπεύονταν. Άρχισα να προσαρμόζω και την Ιατρική μου στον παρτιζάνικο τρόπο ζωής. Θυμάμαι ότι σαν θεραπευτικό μέσο για διάφορους πόνους χρησιμοποιούσα μια πέτρα ζεστή. Την έβαζα στη φωτιά, θερμαινόταν αρκετά, την τύλιγα σε ένα πανί και την τοποθετούσα στο μέρος που πονούσε. Η ζέστη ανακούφιζε τον πόνο. Η “θεραπεία” αυτή έγινε πασίγνωστη και οι αντάρτες συχνά αστειεύονταν για τη “σύγχρονη” Ιατρική».

Για το μεγάλο νοσοκομείο στον Γράμμο αντλούμε στοιχεία από την πρόσφατη έκδοση «Το Υγειονομικό του Δημοκρατικού Στρατού» (εκδ. «Σύγχρονη Εποχή») που περιέχει τις αναμνήσεις του Ν. Σακελλαρίου.

«Το νοσοκομείο της Γράμμοστας δε μας εξυπηρετούσε, ήταν μακριά, μικρό και δεν είχε ευκολίες. Έμπαινε πρόβλημα να βρεθεί άλλη θέση, κατάλληλη. Στο Γράμμο, στις μεταφορές, υπηρετούσε ο Φορφόλιας, ο οποίος γνώριζε την περιοχή του Γράμμου με την πιθαμή, γυρίσαμε μαζί να βρούμε κατάλληλη θέση με νερό, για να γίνει ένα σύγχρονο νοσοκομείο του Αρχηγείου Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας. Διαλέξαμε, μπορώ να πω, την πιο κατάλληλη τοποθεσία, δασωμένη, καταπράσινη με άφθονο νερό, κάτω από την Άσπρη Πέτρα, δυτικά πάνω απ’ το Παλαιοχώρι, αριστερά του μονοπατιού που πάει προς τη Γράμμοστα, λίγο προτού φτάσουμε στη Σκάλα.

Συνεννοήθηκα με τη Διοίκηση, συγκέντρωσα τους ειδικούς τεχνίτες, καθόρισα πόσες παράγκες θα χρειαστεί να κατασκευαστούν και άρχισαν τις εργασίες με την επίβλεψη ενός ειδικού εργολάβου. Μπήκε το ζήτημα να τελειώσουν γρήγορα. Τα κρεβάτια έγιναν ξύλινα και για στρώματα χρησιμοποιήθηκαν κλαδιά, από έλατα πάχους περίπου 50 πόντων και πλέον, μαλακά σαν πούπουλα.

Η θέση για το νοσοκομείο είναι κοντά στο δρόμο που έρχεται από το Σγουρό. Οι εγκαταστάσεις τέλειωσαν γρήγορα, σύμφωνα με τις προβλέψεις μας. Άρχισε η μεταφορά του νοσοκομείου από τη Γράμμοστα. Πήρε το όνομα Νοσοκομείο του Αρχηγείου του Γράμμου. Νοσήλευσε τραυματίες και αρρώστους απ’ όλα τα αντάρτικα τμήματα του Γράμμου και μέχρι τα Χάσια».

Αυτά το 1947. Ένα χρόνο αργότερα, το 1948, για τις ανάγκες της μεγάλης μάχης του Γράμμου, το νοσοκομείο επεκτείνεται:

«Το παλαιό νοσοκομείο κάτω από την Άσπρη Πέτρα ήταν μικρό για να επαρκέσει στις ανάγκες των επερχόμενων επιχειρήσεων. Έμπαινε θέμα να μεγαλώσει πολύ, να φτάσει τα χίλια πεντακόσια κρεβάτια, ίσως για αντάρτικο πρωτοφανές αλλά απαραίτητο (…) Μαζεύτηκαν χτίστες, μαραγκοί και άλλοι ειδικοί. Την επίβλεψη του έργου αναθέσαμε στον Μιχάλη Σουμελίδη, εργολάβο από τα παλιότερα χρόνια. Δούλευαν όπως τα μελίσσια και προσπαθούσε ο καθένας να δουλέψει γρηγορότερα και καλύτερα. Το μήνα Μάιο τέλειωσε. Χτίστηκαν θάλαμοι με πέτρες και άλλοι με κορμούς δέντρων και από πάνω σκεπάστηκαν με κορμούς δέντρων, 8 – 10 τον αριθμό, για να είναι μικρότερος ο κίνδυνος από τις αεροπορικές επιδρομές. Χτίστηκε χειρουργικός θάλαμος μεγάλος, ο οποίος επέτρεπε συγχρόνως να χειρουργούν δυο και τρεις γιατροί, έγινε μια αντάρτικη νοσοκομειούπολη πολύ καλή, ίσως θα υπάρχει και τώρα, έστω και κατεστραμμένη, που θα μπορούν οι νεότεροι να την επισκέπτονται και να θαυμάζουν τι μπορεί να φτιάσει ο λαός όταν το καταλαβαίνει δικό του».